Πιο σύγχρονες μέθοδοι κινούνται στην ίδια λογική, εστιάζοντας όμως ακριβώς εκεί που ασκείται η πίεση, χωρίς να αφαιρούνται εκείνα τα στοιχεία που δεν πιέζουν αλλά συμβάλουν στη στήριξη της σπονδυλικής στήλης. Η προσέγγιση αυτή έχει μικρότερο χειρουργικό τραύμα σε σύγκριση με την κλασική πεταλεκτομή.
Η μικροαποσυμπίεση είναι μια χειρουργική προσέγγιση που αφήνει ακόμα μικρότερο τραύμα. Με αυτήν την τεχνική, η αποσυμπίεση επιτυγχάνεται μέσω μιας χειρουργικής οπής –κι όχι τομής– με τη χρήση μικροσκοπίου, μόνο από τη μια μεριά του σπονδύλου, ακόμα κι αν η στένωση έχει εκδηλωθεί από δυο μεριές.
Η σοβαρότερη επιπλοκή, όλων, είναι η μερική νευρολογική βλάβη, η οποία ωστόσο συμβαίνει σε ποσοστό πολύ μικρότερο από το 1% των περιπτώσεων.
Μια άλλη επιπλοκή, όπως σε όλα τα χειρουργεία, είναι ο κίνδυνος μιας λοίμωξης, έναντι του οποίου λαμβάνεται προληπτικά αντιβίωση.
Σπάνια, η διαρροή εγκεφαλονωτιαίου υγρού μπορεί να προκαλέσει προβλήματα στην επούλωση του τραύματος, όμως δεν επηρεάζει το αποτέλεσμα της επέμβασης και δε δημιουργεί προβλήματα σε μακροχρόνιο ορίζοντα.
Με αυτή την τεχνική δύναται να αφαιρεθεί δισκικό υλικό, ώστε να μειωθεί η πίεση από τα νεύρα και κατ’ επέκταση να μειωθεί ο πόνος του ασθενούς. Η επέμβαση γίνεται σε περιβάλλον χειρουργείου υπό ακτινοσκοπικό έλεγχο. Η αναισθησία που χορηγείται είναι τοπική και βασικό πλεονέκτημα είναι ότι ο ασθενής απλά νιώθει ένα τσίμπημα στην μέση.
Απώτερος στόχος είναι να σταθεροποιηθεί η σπονδυλική στήλη και να ελαχιστοποιηθεί το νευρολογικό έλλειμμα που ίσως υπάρχει.
Η επέμβαση γίνεται, με πρόσθια ή οπίσθια προσπέλαση, ανάλογα με τη φύση της σκολίωσης ή της σπονδυλικής στένωσης. Συγκεκριμένα η οπίσθια προσπέλαση χρησιμοποιείται σε θωρακικές ή διπλές σκολιώσεις, ενώ η πρόσθια προτιμάται για οσφυϊκές ή θωρακοοσφυϊκές σκολιώσεις.
Δεν προκαλεί κάκωση στους υγιείς ιστούς, προσφέρει αποσυμφόρηση του νωτιαίου μυελού και ταυτόχρονα επιτρέπει την άμεση κινητοποίηση του ασθενούς.