Τα κατάγματα που προέρχονται από την οστεοπόρωση συνήθως είναι συμπιεστικά κατάγματα, που σημαίνει ότι ο κάθε σπόνδυλος χάνει περίπου το 20% του ύψους του στο πρόσθιο τμήμα του, αποκτώντας σφηνοειδή μορφή.
Αυτά τα κατάγματα είναι συχνότερα στους θωρακικούς σπονδύλους, αλλά υπάρχει περίπτωση να εμφανιστούν και στην οσφυϊκή μοίρα. Αν εμφανιστούν στην οσφυϊκή μοίρα συνήθως προέρχονται από ατυχήματα ή πτώσεις.
Αν η διάγνωση καθυστερήσει τότε ο πόνος σιγά σιγά γίνεται πιο υποφερτός και μεταπίπτει σε χρόνιο, εμφανίζοντας παραμορφωμένη σπονδυλική στήλη, απώλεια ύψους και μυϊκής μάζας αλλά και πίεση των ενδοκοιλιακών οργάνων. Αποτέλεσμα αυτών είναι η εμφάνιση κύφωσης.
Τα περισσότερα κατάγματα των οστών αποκαλύπτονται με την απλή ακτινογραφία και μάλιστα με λεπτομέρειες του βαθμού απώλειας του ύψους του σπονδύλου και την περαιτέρω παραμόρφωσή του.
Συνήθως ακολουθεί μαγνητική τομογραφία, η οποία φανερώνει την ύπαρξη ή όχι οστικού οιδήματος, διευκρινίζοντας πόσο παλιό είναι το κάταγμα και αν υπάρχει πίεση στον νωτιαίο μυελό από την παραμόρφωση που δημιουργεί.
Η τεχνική που θα επιλέξει ο γιατρός σχετίζεται με την κάθε περίπτωση ασθενούς ξεχωριστά. Μπορεί να είναι κλασική ανοιχτή μέθοδος ή (συχνότερα) ελάχιστα επεμβατική.
Οι κυριότερες ενδείξεις για την επιλογή των μεθόδων αυτών είναι τα οστεοπορωτικά κατάγματα, η μεταστατική νόσος, το πολλαπλούν μυέλωμα και ο αιμαγγείωμα.