Οι πιο συχνοί καρκίνοι που δίνουν μεταστάσεις στη σπονδυλική στήλη είναι των πνευμόνων, του μαστού, του γαστρεντερικού, του προστάτη, των νεφρών κ.α.
Σε αυτούς τους παράγοντες εντάσσονται η ακριβής εντόπιση, η ταχύτητα ανάπτυξης, η πίεση του νωτιαίου μυελού αλλά και προβλήματα σταθερότητας της σπονδυλικής στήλης που μπορεί να εμφανιστούν.
Ανάμεσα στα συμπτώματα δεσπόζει ο πόνος, ο οποίος δεν βελτιώνεται ούτε με την κατάκλιση. Η ένταση του πόνου είναι τέτοια ώστε δεν αφήνει τους ασθενείς να σηκωθούν από το κρεβάτι και να δραστηριοποιηθούν. Η αδυναμία, τα μουδιάσματα αλλά και η δυσχέρεια στην βάδιση είναι συνήθη συμπτώματα και μερικές φορές εμφανίζονται απότομα (παράλυση).
Επειδή πάντα υπάρχει αστάθεια στους σπονδύλους και κινδυνεύει τη ακεραιότητα του νωτιαίου μυελού εξαιτίας του, επιλέγεται σπονδυλοδεσία. Αν το προσδόκιμο επιβίωσης δεν είναι μεγάλο και το βασικό πρόβλημα είναι ο πόνος στην μέση (χωρίς πάρεση/παράλυση), τότε επιλέγεται η μέθοδος της κυφοπλαστικής για άμεση ανακούφιση από τον πόνο.
Όλος ο ογκος και τμήμα του/των σπονδύλων αφαιρείται και αντικαθίσταται συνήθως από ένα κλωβό. Οι σπόνδυλοι σταθεροποιούνται με μία μεταλλική πλάκα. Η επέμβαση ονομάζεται σωματεκτομή και κάποιες φορές ίσως χρειαστεί και στήριξη από πίσω με οπίσθια σπονδυλοδεσία. Η τελευταία συστήνεται πάντα όταν η σωματεκτομή είναι εκτεταμένη και ταυτόχρονα το προσδόκιμο επιβίωσης είναι σχετικά μεγάλο.
Οι κυριότερες ενδείξεις για την επιλογή των μεθόδων αυτών είναι τα οστεοπορωτικά κατάγματα, η μεταστατική νόσος, το πολλαπλούν μυέλωμα και ο αιμαγγείωμα.
Εκτός από τις παραπάνω τεχνικές, ο ασθενής μπορεί να χρειαστεί να εκτεθεί σε χημειοθεραπεία ή ακτινοβολία. Η χημειοθεραπεία στοχεύει στον έλεγχο της νόσου από την πηγή της (πρωτοπαθής εστία). Η ακτινοβολία από την άλλη εμποδίζει τα καρκινικά κύτταρα να πολλαπλασιάζονται τοπικά –εκεί δηλαδή που έχει συμβεί η μετάσταση.